Lacónico
La pena de la muerte tanto ardió en mí, que mi esplendor
regresó al sol.
Aquel me envía ahora a la sintaxis perfecta de
la piedra y el éter.
Entonces, el que yo buscaba, soy.
¡Oh, verano de lino, prudente otoño,
mínimo invierno!
La vida sufraga el óbolo de la hoja del olivo
Y en la noche de los necios con un pequeño grillo
constata otra vez la justicia de lo Inesperado.
Odiseas Elytis
Traducción de Miguel Ángel Chovietta
Λακωνικὀν
O καημός του θανάτου τόσο με πυρπόλησε, που η λάμψη
μου επέστρεψε στον ήλιο.
Kείνος με πέμπει τώρα μέσα στην τέλεια σύνταξη της
πέτρας και του αιθέρος,
Λοιπόν, αυτός που γύρευα, ε ί μ α ι.
Ω λινό καλοκαίρι, συνετό φθινόπωρο,
Xειμώνα ελάχιστε!
H ζωή καταβάλλει τον οβολό του φύλλου της ελιάς
Kαι στη νύχτα μέσα των αφρόνων μ' ένα μικρό τριζόνι
κατακυρώνει πάλι το νόμιμο του Aνέλπιστου.
Οδυσσέας Ελύτης